Του Κωστα Oνισενκο «Ποτέ άλλοτε δεν είχε σημειωθεί τέτοιο ενδιαφέρον για κυνηγετικές καραμπίνες», λένε στην «Κ» ιδιοκτήτες οπλοπωλείων, αποδίδοντας το φαινόμενο στη διάχυση του φόβου από την εκτίναξη περιστατικών εγκληματικότητας και γενίκευσης πράξεων βίας, αλλά και στην αίσθηση ασφάλειας που αισθάνονται πολλοί «έχοντας όπλο στο σπίτι». Ετσι, «φιλήσυχοι πολίτες, αφού διαπιστώσουν ότι η νόμιμη εξασφάλιση ενός πιστολιού είναι δύσκολη και χρονοβόρα εξαιτίας της νομοθεσίας, στρέφονται στα κυνηγετικά, όπου η διαδικασία είναι σχετικά απλή». Πληροφορίες αναφέρουν ότι τις προηγούμενες ημέρες ορισμένες εταιρείες που εισάγουν κυνηγετικά όπλα έκαναν έξτρα παραγγελίες, αφού τα αποθέματά τους εξαντλήθηκαν!«Την αμέσως επόμενη ημέρα του περιστατικού αυτοδικίας στην Παιανία, δεκάδες άνθρωποι πέρασαν από εδώ ρωτώντας τις διαδικασίες για την αγορά καραμπίνας. Οι περισσότεροι από αυτούς έλεγαν ξεκάθαρα ότι το θέλουν για την προσωπική ασφάλεια και όχι για κυνήγι. Πρόκειται για άτομα από διάφορες περιοχές της Αττικής», είπε στην «Κ» ο κ. Γιώργος Σταματόπουλος, που διατηρεί κατάστημα όπλων στην Ομόνοια. Οπως ανέφερε, το ενδιαφέρον για μέσα αυτοάμυνας εκτινάχθηκε και πολλοί είναι εκείνοι που ρωτούν για τη δυνατότητα προμήθειας σφαιρών καουτσούκ, σπρέι πιπεριού και αεροβόλων...«Η αντίληψη περί της μη αποτελεσματικής αστυνομίας, σε συνδυασμό με την έξαρση μερικών μορφών εγκληματικότητας όπως οι εισβολές σε σπίτια, ενδέχεται να έχει πολύ βαθύτερες συνέπειες, όπως η απονομιμοποίηση των θεσμών και η σταδιακή δημιουργία ατμόσφαιρας αυτοδικίας», σχολιάζει στην «Κ» ο καθηγητής Εγκληματολογίας Βασίλης Καρύδης. Αυτή η αντίληψη της έλλειψης νομιμότητας εκφράζεται με πολλούς τρόπους, από την οδική συμπεριφορά μέχρι και την όλο και πιο συχνή σύγκρουση ομάδων των άκρων του πολιτικού χώρου, όπως για παράδειγμα αυτό της περασμένης Πέμπτης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εκεί, παράπλευρο θύμα της άγριας σύγκρουσης μεταξύ αντιεξουσιαστών - ακροδεξιών έγιναν Ελληνοπόντιοι που παρευρίσκονταν σε εκδήλωση μνήμης σε παρακείμενη ταβέρνα καθώς -εξαιτίας των μαύρων ρούχων που φορούσαν- θεωρήθηκαν... ακροδεξιοί.Τα απανωτά περιστατικά βίας που επέτειναν το αίσθημα ανασφάλειας έχουν να κάνουν κυρίως με εισβολές αδίστακτων κακοποιών και «μπουκαδόρων» σε σπίτια. «Μία, δύο, τρεις, ο δράστης ξέρει ότι σε κάποιο από τα σπίτια θα βρει κρυμμένα χρήματα», λέει στην «Κ» αστυνομικός της Ασφάλειας, ενώ «τα συνήθη θύματα είναι άνθρωποι ηλικιωμένοι και μοναχικοί. Σε πολλές από τις περιπτώσεις καταγράφονται περιστατικά ξυλοδαρμών ή και βασανισμών από τους ληστές». Οι επιθέσεις, σύμφωνα με εκτιμήσεις των Αρχών, διαπράττονται από τρεις-τέσσερις «βασικές» σπείρες, αλλά δρουν και πολύ περισσότερες, μικρότερες ομάδες, οι οποίες δεν έχουν «συστηματοποιήσει» ακόμα τη δράση τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι αναγνωρίσιμες από τις Αρχές. «Δεν υπάρχει πλέον αυτός ο ιδιότυπος κώδικας συμπεριφοράς που είχαν οι παλαιότεροι ληστές, που χτυπούσαν κυρίως τράπεζες. Σήμερα οι ληστές είναι απάνθρωποι, δεν διστάζουν να σκοτώσουν με ευκολία», περιγράφει έμπειρος αστυνομικός. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι περισσότεροι δράστες είναι αλλοδαποί, μικρές ομάδες Αλβανών ή μεγαλύτερες ομάδες Γεωργιανών και ατόμων από χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.«Πιάνουμε ξανά και ξανά τα ίδια άτομα. Οι αστυνομικοί αισθάνονται ότι κυνηγούν κακοποιούς, τους συλλαμβάνουν, αλλά κάνουν μια τρύπα στο νερό», αναφέρει αξιωματικός, προσθέτοντας και τον παράγοντα ελλείψεων σε υλικοτεχνική υποδομή.