Ινδουισμός, Ινδοϊσμός, Βραχμανισμός και βραχμανική θρησκεία είναι ονομασίες με τις οποίες περιγράφονται οι πάμπολλες τοπικές θρησκείες, θρησκευτικές πρακτικές και επιμέρους σχολές (αιρέσεις, σαμπραντάγιας) της Ινδίας. Από τους ίδιους τους πιστούς της, η θρησκεία των Ινδών περιγράφεται συνήθως από τη σανσκριτική έκφραση , Σανατάνα Ντάρμα, που σημαίνει «αιώνιος νόμος», «αιώνια τάξη» ή «πατρική πίστη». Γενικά ο Ινδουισμός είναι θρησκεία.
Αναφέρεται συχνά ως η αρχαιότερη θρησκεία του κόσμου,καθώς κάποιες από τις ρίζες της ανάγονται στην Εποχή του Σιδήρου. Ο Ινδουισμός είναι η τρίτη μεγαλύτερη θρησκεία του κόσμου σε αριθμό πιστών, μετά το Χριστιανισμό και το Ισλάμ, με περίπου ένα δισεκατομμύριο πιστούς, εκ των οποίων πάνω από το 90% κατοικεί στην Ινδία. Ινδουιστικές κοινότητες βρίσκονται επίσης στο Νεπάλ, τη Σρι Λάνκα, τη Μαλαισία, τη Σιγκαπούρη, το Μαυρίκιο, τα Νησιά Φίτζι, τη Σουρινάμ, τη Γουιάνα, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, το Ηνωμένο Βασίλειο, τον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Ινδουισμός βασίζεται στα ιερά κείμενα Βέντα (Βέδες) καθώς και στη διδασκαλία των γκουρού (δασκάλων).
Βραχμανισμός είναι η επίσημη ονομασία της ινδικής θρησκείας. Ετυμολογικά, ο όρος προέρχεται από την ονομασία της κάστας των Ινδών ιερέων ή βραχμάνων (στα σανσκριτικά «Μπράχμανα») και χρησιμοποιείται από την πρώτη χιλιετία π.Χ., όταν η κάστα των ιερέων απέκτησε την κοινωνική της θέση.
Ο όρος Ινδουισμός είναι ξενικός, αλλά είναι αυτός που έχει επικρατήσει. Ετυμολογικά προέρχεται από τον ποταμό Ινδό και χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τους μουσουλμάνους που έφταναν στην Ινδία για να προσδιορίσει τους μη μουσουλμάνους Ινδούς.
Προβεδική περίοδος του Ινδουισμού ονομάζεται η περίοδος της ιστορίας του πριν την εμφάνιση των ιερών κειμένων, που ονομάζονται «βέδες» («βέδα» στα σανσκριτικά σημαίνει «ιερή γνώση»). Η περίοδος αυτή, που ξεκινά από τα βάθη της ιστορίας, φτάνει μέχρι την κάθοδο των Αρίων στη χερσόνησο της Ινδίας, η θρησκεία των οποίων σταδιακά συγχωνεύτηκε με αυτή των γηγενών κατοίκων.
Οι αυτόχθονες Ινδοί ήταν λαοί πιθανόν νεγροειδείς, οι οποίοι είχαν αναπτύξει αγροτικό πολιτισμό, με μητριαρχικά χαρακτηριστικά. Από τις θρησκευτικές πρακτικές των αυτοχθόνων αυτών, εισήχθησαν στον Ινδουισμό και διατηρούνται μέχρι σήμερα συγκεκριμένα στοιχεία, όπως η λατρεία του φαλλού και των θεών της γονιμότητας. Τα στοιχεία αυτά δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία στα βεδικά κείμενα. Εκτός από τη λατρεία του φαλλού (λίνγκαμ), ο σημερινός Ινδουισμός έχει διατηρήσει από αυτή την εποχή τη σβάστικα, ως σύμβολο του ήλιου, αλλά και τη λατρεία ιερών ζώων.
Τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. έφτασαν στην Ινδία οι Άριοι, περνώντας τα βουνά της βορειοδυτικής Ινδίας και εκτοπίζοντας τους αυτόχθονες προς το νότο. Ήταν λαός πολεμικός και είχε μια πλήρη θρησκεία με πολλούς θεούς. Η θρησκεία τους χαρακτηρίζεται ενοθεϊστική, καθώς διαφορετικοί θεοί λατρεύονται ξεχωριστά ως Υπέρτατο Ον, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται η ύπαρξη και άλλων θεών.
Προχωρώντας οι Άριοι προς το νότο, κατέκτησαν ουσιαστικά τα εδάφη των αυτοχθόνων και εισήγαγαν για πρώτη φορά το σύστημα των καστών. Οι ίδιοι συγκρότησαν τις τρεις πρώτες κάστες, μεταξύ αυτών και την κάστα των βραχμάνων, ενώ οι αυτόχθονες αποτέλεσαν την τέταρτη κάστα, την κάστα των «Σούντρα». Η κάστα των βραχμάνων απέκτησε μεγάλη δύναμη, σε βαθμό που δεν υπάρχει σε καμία άλλη θρησκεία, καθώς ισχυρίζονται ότι ακόμη και οι θεοί υποτάσσονται στη γνώση τους. Το μονοπώλιο της γνώσης είναι ένα δικαίωμα της κάστας των βραχμάνων που διατηρείται μέχρι και σήμερα στον Ινδουισμό.
Κατά την κλασική περίοδο, από το 500 π.Χ. και μετά, ο Ινδουισμός πήρε τη σημερινή μορφή του και εξαπλώθηκε ραγδαία, με τη βοήθεια και της σανσκριτικής γλώσσας. Από αυτή την περίοδο και μετά, οι τελετές προς τιμήν των θεών δε γίνονταν πλέον υπαίθρια, αλλά σε ναούς με αγάλματα των θεών, μπροστά στα οποία οι πιστοί άφηναν τις προσφορές τους. Μετά τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Ινδουισμός απειλήθηκε από την εξάπλωση του Βουδισμού, αλλά καθώς ο τελευταίος εξαπλώθηκε τελικά προς τα ανατολικά, ο Ινδουισμός ανέκαμψε σημαντικά και τον 4ο μ.Χ. αιώνα αναγνωρίστηκε επίσημα.
Μετά τον 8ο αιώνα, το Ισλάμ είχε εξαπλωθεί στη βόρεια Ινδία, και πολλοί Ινδουιστές είχαν μεταστραφεί σε αυτό. Την ίδια εποχή, ομάδες πιστών, υπό την επιρροή του μονοθεϊστικού Ισλάμ επιχείρησαν να εισάγουν το μονοθεϊσμό και στον Ινδουισμό. Την ίδια εποχή σχηματίστηκε και η «αίρεση» των Σιχ, οι οποίοι είναι μονοθεϊστές και θεωρούν ότι είναι εντελώς διαφορετική θρησκεία, καθώς πιστεύουν σε ένα μείγμα ινδουιστικών και ισλαμικών δογμάτων.
Κατά την περίοδο της Βρετανικής κυριαρχίας, μετά το 1877, διάφοροι μεταρρυθμιστές, υπό την επίδραση των νέων τεχνολογιών και φιλοσοφικών ρευμάτων, προσπάθησαν να συμφιλιώσουν τον Ινδουισμό με τις άλλες θρησκείες, θεωρώντας ότι ο Ινδουισμός είναι δυνατόν να έχει χώρο για τη λατρεία και άλλων προφητών και θρησκευτικών δασκάλων.
Μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας, το 1947, προέκυψαν προβλήματα στη συνύπαρξη Ινδουιστών και μουσουλμάνων, τα οποία οδήγησαν στην απόσχιση των μουσουλμάνων, οι οποίοι δημιούργησαν το Πακιστάν. Έτσι, η Ινδία έγινε ένα κράτος με σχεδόν αμιγή Ινδουιστικό πληθυσμό.
Τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του Ινδουισμού:
Η «Αιώνια Θρησκεία» (Σανατάνα Ντάρμα) δεν έχει ιδρυτή, ούτε υπάρχει συγκεκριμένο πρόσωπο-σωτήρας. Ο πιστός μπορεί να έχει έναν προσωπικό Θεό-δημιουργό, ή να πιστεύει απλά στην ιδέα ενός νόμου που διέπει τον κόσμο. Σε διάφορες εποχές εμφανίστηκαν διδάσκαλοι και σοφοί άνδρες, οι οποίοι με τα κηρύγματα και τη διδασκαλία τους έδωσαν νέα κατεύθυνση και νέα πνοή στα θρησκευτικά πιστεύω του ινδουισμού.
Ο Ινδουισμός είναι μια εντυπωσιακά ευπροσάρμοστη στις συνθήκες κάθε εποχής θρησκεία. Περιλαμβάνει μεγάλη ποικιλία θρησκευτικών πρακτικών και εξελίσσεται συνεχώς, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Δεν έχει κάποιο ιερό κείμενο, ενώ οι κατά καιρούς διδάσκαλοι έδειξαν νέους «δρόμους σωτηρίας». Αρχικά, ως θρησκεία των αυτοχθόνων Ινδών, ήταν ουσιαστικά λατρεία της φύσης. Αργότερα εξελίχθηκε και συστηματοποιήθηκε από τους βραχμάνους. Απέκτησε την ιδέα ότι ο κόσμος διέπεται από κάποιο καθολικό νόμο (ντάρμα), η επίγεια έκφανση του οποίου είναι το αυστηρό, ιεραρχικό κοινωνικό σύστημα των καστών, καθώς και την ιδέα ότι ο κόσμος συνεχώς φτάνει σε ένα τέλος και ξεκινάει από την αρχή.
Ο Ινδουισμός είναι αποκλειστικό γέννημα του ινδικού πολιτισμού. Η εκτός Ινδίας επιρροή του περιορίζεται μόνο σε μικρό ιεραποστολικό έργο στην νοτιοανατολική Ασία και την Ινδονησία, με σκοπό την ενσωμάτωση φυλών ως νέες κάστες, ενώ μεμονωμένοι μη Ινδοί μεταστράφηκαν στον Ινδουισμό υπό την επίδραση βραχμάνων στοχαστών, ιδίως κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970 στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όπου επικρατούσε η λεγόμενη «μανία με την Ινδία».